Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

το νέο φεγγάρι

  • 1 новолуние

    новолуние с η νέα σελήνη, το νέο φεγγάρι
    * * *
    с
    η νέα σελήνη, το νέο φεγγάρι

    Русско-греческий словарь > новолуние

  • 2 молодой

    молод||ой
    1. прил νέος, νεαρός:
    \молодойόε дерево τό δεντράκι· \молодой картофель ἡ φρέσκια πατάτα· \молодой месяц τό νέο φεγγάρι, ἡ νέα σελήνη· \молодойое виио́ τό καινούργιο κρασί·
    2. м уст. разг ὁ νεόνυμφος, ὁ νιόπαντρος· ◊ мо́лодо-зелеио εἶναι ἀγουρο τό μυαλό του.

    Русско-новогреческий словарь > молодой

  • 3 молодой

    επ., βρ: молод, молода, молодо; моложе.
    1. νέος, νιος, νεαρός•

    молодой парень νεαρό παλικάρι•

    -ое поколение η νέα γενιά•

    -бе дерево δεντράκι.

    2. καινούριος•

    молодой месяц καινούριο φεγγάρι, νέα σελήνη•

    молодой картофель οι φρέσκες πατάτες (καινούριας σοδειάς)•

    -ое вино νέο (φετινό) κρασί.

    3. ουσ. πλθ. -ые βλ. молодожны.
    εκφρ.
    молодой человек – (κλήση) νεαρέ•
    из -ых, да ранний – από μικρός, από τα μικράτα, παιδιόθεν (κυρίως με αρνητική! σημασία)•
    молодо-зелно – (απλ.) άπειρο (ανώριμο) παιδί.

    Большой русско-греческий словарь > молодой

См. также в других словарях:

  • νεόμηνος — νεόμηνος, ἡ (Α) φρ. «νεόμηνος σελήνη» η νέα σελήνη, το νέο φεγγάρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < νε(ο) * + μήνη «σελήνη»] …   Dictionary of Greek

  • Χάριτες — Αρχαίες ελληνικές μυθικές προσωποιήσεις της χάρης και της ομορφιάς, τις οποίες θεωρούσαν κόρες του Δία και της Ευρυνόμης. Κανονικά ήταν 3: η Αγλαΐα (που παντρεύτηκε τον θεό Ήφαιστο), η Ευφροσύνη και η Θάλεια· αλλά σε πολλές παραδόσεις αναφέρονται …   Dictionary of Greek

  • αλλαξο- — πρώτο συνθετικό πολλών σύνθετων με το οποίο δείχνεται αλλαγή, μεταβολή, ανταλλαγή κτλ. του σημαινόμενου από το δεύτερο συνθετικό: αλλαξογλωσσιά, η (αλλαγή της γλώσσας), αλλαξοθρησκία, η (αλλαγή θρησκείας, αλλαξοπιστία), αλλαξοκαιριά, η (αλλαγή… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • νουμηνία — η 1. νέο φεγγάρι, νέος σεληνιακός μήνας. 2. αρχή νέου μήνα, αρχιμηνιά, πρωτομηνιά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… …   Dictionary of Greek

  • Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»